Σκροφίτσες μου γειά σας. Επεράσαμεν καλά; Εγώ πάντως πέρασα πολλά καλά και μετά απ' την ξεπέτα για πέταμα της περασμένης φοράς αποφάσισα, ηρωικώς, να μην κρεμάσω το βρακούδιν, δηλαδή να μην αποσυρθω απ' την ενεργόν (εντάξει, ενεργο-παθητικόν) δράση. Έτσι στις παραλίες που πήγα, τις μακρινές και τις κοντινές, έκανα διάφορες γνωριμίες κι κατέληξα στα εξής συμπεράσματα:
Γουστάρω το καλοκάιρι. Γουστάρω να οδηγώ μεταμεσονύχτια προς Λεμεσό με το φεγγάρι, για να βρεθώ με τον γκόμενο τον ξανθό που μπορεί να φαίνεται αθώος αλλά κατά βάθος είναι μια τσούλα. Γουστάρω τις τσούλες.
Επίσης αρέσκει μου να οδηγώ μεταμεσονύχτια το Σαββατοκυρίακο για να πάω στο club στη Λάρνακα με μόνο στόχο να κάμω πελλάρες και να περάσω καλά, όχι για να δειχτώ ή να φκάλω γκόμενο. Αρέσκει μου όταν πίνω το κοκτέιλ μου και βάζει το Alejandro, να τρέχω να χορέψω στην πίστα και από τον ενθουσιασμό μου να τα σιωνώννω πάνω στο παντελονάκι μου το καλό, αλλά να μεν με κόφτει. Αρέσκει μου να μεινίσκω στο club ως το τέλος που φωνάζουν ούλλοι στον dj να παίξει τζι άλλο, να βάλει καμιά Madonna, καμιάν Κylie πιλέ μου. Αρέσκει μου που, έξω που το club πλέον, ούλλοι τζι ούλλες κάμνουν τις τελευταίες απόπειρες να μην φύουν μόνοι τους, τζιαι μιτσοκαμμούν, γελούν λαχανιασμένοι τζι ιδρωμένοι που τον χορό τζιαι την υγρασία. Αρέσκει μου που ούλλοι τζείνοι πηαίνουν στον gay φούρνο για να τσιμπησουν κάτι τζιαι πρέπει να περιμένεις 10 λεπτά για να πληρώσεις την λουκανικόπιττά σου, αλλά δεν σε κόφτει γιατί στην ουρά πιάνεις κουβέντα με τις νεαρές λεσβίες που φιλιούνταν πριν στο club.
Αρέσκει μου όταν στέλνω sms σε άντρες για να κανονίσω φάση να γράφω "let's play." Τζιαι μετά καυλώνω όταν τους μιλώ στο τηλέφωνο για τις λεπτομέρειες τζι η αντρική φωνή να μου λαλεί "μετά τα φώτα θα πάεις δεξιά…" Αρέσκει μου να κάμνω φάση με χαρούμενα παιδιά, με πελλούς, με πελλές, με άντρες που λατρεύουν τους άντρες, με άντρες που χαμογελούν.
Αρέσκει μου να γνωρίζω κάποιον σε blind date τζιαι να 'ν ντροπαλός, ή να τρέμουν λλίον τα σιέρκα μου που την ταραχή. Αρέσκει μου το νερό που μου προσφέρει ο μιτσής μόλις πάω σπίτι του. Αρέσκει μου να μου λαλούν "ένα λεπτό περιμένεις να κάμω ντους;" τζιαι να λαλώ, "ούτε να το σκέφτεσαι, θα κάμουμε μαζί."
Πελλανίσκω να κάμνω ντους με αγόρια. Πελλανίσκω όμως. Να λιώνει το σαπούνι στα χέρια μου.
Αρέσκει μου να γελώ την ώρα που κάμνω σεξ, τελικά να μην με ενδιαφέρει η πράξη (ή οι πράξεις) καθ' εαυτές, να λαλώ κατ' αύτης στα κυπριακά "εννά χύσω", τζιαι να ππέφτω πίσω στο μαξιλάρι χωρίς ανάσα, με την έξαψή μου υπερασπισμένη.
Τέλος, λατρεύω τους gay που λατρεύουν το αντρικό σώμα και τις λεσβίες που θέλουν γεναίτζες αμετανόητα κι ειλικρινά, χωρίς συστολή, αμφιβολίες και regrets. Λατρεύω τις τραβεστί τις τελειωμένες αλλά τζιαι τις τζινούρκες, τους/τις τρανς, και τις νταλικιέρισσες, τις λούλλες, τζιείνους που δεν μπορούν -τζιαι δεν θέλουν - να "χωστούν". Θαυμάζω το θάρρος τους να δεχτούν πανηγυρικά αυτό που είναι. Τζιαι στα δικά μας.
Κατ' οίκον εργασία: 'Ενα email στον Τοιούτο με τις καλοκαιρινές σας περιπέτειες με πάσαν λεπτομέρειαν, τσούλες. x
Showing posts with label καλοκαίρι. Show all posts
Showing posts with label καλοκαίρι. Show all posts
Monday, October 18, 2010
14. Στρινιασμένος
Το καλοτζαίριν προκαλεί ανησυχητικά φαινόμενα, πχ, την διεστραμμένη ιδέα να πιάσεις τηλέφωνο τον πρώην σου για να του προτείνεις να γίνεται φακ μπαντις, αλλά μετά σκέφτεσαι ότι πρέπει να υποστείς τουλάχιστον ένα καφέ μαζί του τζιαι τη συνεχή μουρμούρα, άσε που μπορεί να νομίζει ότι τον θέλεις πάλε, τζιαι έρκεσαι στα λογικά σου.
Μετά, επειδή είπε σου ένας συμφοιτητής σου που δουλεύκει στην αμερικανική πρεσβεία ότι ήρτεν πολεμικό πλοίο του 7ου στόλου, σκέφτεσαι να πάεις στο λιμάνι για να φκάλεις γκόμενο ναύτη, ποιός, εσύ, ο ειρινιστής, ο παsh κατήγορος του ιμπεριαλισμού. Τζιαι μετά σκέφτεσαι ότι θα φορούν τις στολούες τους τις άσπρες τις στενές τα ναυτούθκια τα 19χρονα (που αλκοόλ δεν δικαιούνται να πιούν ως τα 21 στην Αμέρικα αλλά να βαστούν όπλον τζιαι να σκοτώνουν μπορούν) θα στέκουνται σειρά, θα ποθαυμάζεις, θα λαλείς “όχι, δεν κάνει, είναι νεανίσκοι” τζιαι μετά θα πάεις σπίτι σου, μόνος σου, με μια στύση συντροφιά, γιατί τα ναυτούθκια εν υπηρεσία τζιαι δεν θα σου καϊλίσουν, τι θα πεί ο τζύρης τους στο Γουαϊόμινγκ εξ’ άλλου, άσε που βαρκέσε να τους ψήνεις τζιαι δεν θα παρακαλάς.
Τελικά καταλήγεις να μινίσκεις στο ππισί, να γυρεύκεσε στο ίντερνετ. Πάντως με την κάθοδο των φοιτητών καταγράφονται ρεκόρ αντρών που γυρεύκουνται όπως τζιαι συ. Όμως πολλά αντικαβλωτικό το ίντερνετ τελικά. Ενώ μιλάς με τον έναν κοιτάζεις τζιαι γι άλλους, σίουρα πράματα. Μιλάς στο MSN (που το βαρκέσε), τζιαι για να γίνει κουβέντα ρωτάς τον ίντα δουλειά κάμνει τζιαι λαλεί σου “τί σε κόφτει, ίσια τζιείνο εννά κάμει τη διαφορά;” “Αμμεϊρεφκε” θέλεις ν’ απαντήσεις. Έσιει κάμποσους που τους τζυνιάς αλλά δεν σου κάθουνται, τζυνιούσσε άλλοι τζι εσένα αλλά εν τους κάθεσαι ούτε εσύ, βασικά γιατί η επιθυμία έσιει να κάμει με τζείνο που δεν έσιεις ή δεν μπορείς να έσιεις.
Πάντως όσον κάμνω internet dating τόσο πιο ελκυστικά γίνονται τα όψιονς του έσκορτ ή του πάρκου. Τουλάχιστον τζιαμέ οι προθέσεις εν έντιμες τζι ειλικρινείς.
Βαρκούμε όταν κάποιος δεν παραδέχεται τα κόμπλεξ τζιαι τις ανασφάλειες του, για να μπορεί να τα δουλέψει τζιαι να μεν φκει τέλια πίκρης. Βαρκούμε την ετεροκανονική κοινωνία που διατάζει ότι οι σχέσεις πρέπει πε χαλί να προσομοιάζουν το γάμο, απορρίπτοντας τις μη-συμβατικές σχέσεις. Τζιαι βαρκούμε μιαν κοινωνία, ένα dating pool που διατάζει ότι για να είμαι αρεστός πρέπει να είμαι του γυμναστηρίου (που είμαι), να έχω σώμα άτριχον-γλύμμαν που το λέϊζερ (αρέσκουν μου οι τρίσιες), τζιαι να καπνίζω (έκοψα το).
Βαρκούμε, είμαι δύσπυρος, νεμαλιασμένος, όπως τον κάττο του δρόμου που γυρεύκεται, τζιαι θέλω τα λεφτά μου πίσω, η ζωή δεν είναι όπως μου την ετάξαν! Βασικά έδωκε μου τζι η πυρά, θέλω beach party, μάλλον σί γιου πόψε, ρε μωρά ;)
Κατ’ οίκων εργασία σήμερα δεν έσιει, ο Τοιούτος τα τακκώννει.
Μετά, επειδή είπε σου ένας συμφοιτητής σου που δουλεύκει στην αμερικανική πρεσβεία ότι ήρτεν πολεμικό πλοίο του 7ου στόλου, σκέφτεσαι να πάεις στο λιμάνι για να φκάλεις γκόμενο ναύτη, ποιός, εσύ, ο ειρινιστής, ο παsh κατήγορος του ιμπεριαλισμού. Τζιαι μετά σκέφτεσαι ότι θα φορούν τις στολούες τους τις άσπρες τις στενές τα ναυτούθκια τα 19χρονα (που αλκοόλ δεν δικαιούνται να πιούν ως τα 21 στην Αμέρικα αλλά να βαστούν όπλον τζιαι να σκοτώνουν μπορούν) θα στέκουνται σειρά, θα ποθαυμάζεις, θα λαλείς “όχι, δεν κάνει, είναι νεανίσκοι” τζιαι μετά θα πάεις σπίτι σου, μόνος σου, με μια στύση συντροφιά, γιατί τα ναυτούθκια εν υπηρεσία τζιαι δεν θα σου καϊλίσουν, τι θα πεί ο τζύρης τους στο Γουαϊόμινγκ εξ’ άλλου, άσε που βαρκέσε να τους ψήνεις τζιαι δεν θα παρακαλάς.
Τελικά καταλήγεις να μινίσκεις στο ππισί, να γυρεύκεσε στο ίντερνετ. Πάντως με την κάθοδο των φοιτητών καταγράφονται ρεκόρ αντρών που γυρεύκουνται όπως τζιαι συ. Όμως πολλά αντικαβλωτικό το ίντερνετ τελικά. Ενώ μιλάς με τον έναν κοιτάζεις τζιαι γι άλλους, σίουρα πράματα. Μιλάς στο MSN (που το βαρκέσε), τζιαι για να γίνει κουβέντα ρωτάς τον ίντα δουλειά κάμνει τζιαι λαλεί σου “τί σε κόφτει, ίσια τζιείνο εννά κάμει τη διαφορά;” “Αμμεϊρεφκε” θέλεις ν’ απαντήσεις. Έσιει κάμποσους που τους τζυνιάς αλλά δεν σου κάθουνται, τζυνιούσσε άλλοι τζι εσένα αλλά εν τους κάθεσαι ούτε εσύ, βασικά γιατί η επιθυμία έσιει να κάμει με τζείνο που δεν έσιεις ή δεν μπορείς να έσιεις.
Πάντως όσον κάμνω internet dating τόσο πιο ελκυστικά γίνονται τα όψιονς του έσκορτ ή του πάρκου. Τουλάχιστον τζιαμέ οι προθέσεις εν έντιμες τζι ειλικρινείς.
Βαρκούμε όταν κάποιος δεν παραδέχεται τα κόμπλεξ τζιαι τις ανασφάλειες του, για να μπορεί να τα δουλέψει τζιαι να μεν φκει τέλια πίκρης. Βαρκούμε την ετεροκανονική κοινωνία που διατάζει ότι οι σχέσεις πρέπει πε χαλί να προσομοιάζουν το γάμο, απορρίπτοντας τις μη-συμβατικές σχέσεις. Τζιαι βαρκούμε μιαν κοινωνία, ένα dating pool που διατάζει ότι για να είμαι αρεστός πρέπει να είμαι του γυμναστηρίου (που είμαι), να έχω σώμα άτριχον-γλύμμαν που το λέϊζερ (αρέσκουν μου οι τρίσιες), τζιαι να καπνίζω (έκοψα το).
Βαρκούμε, είμαι δύσπυρος, νεμαλιασμένος, όπως τον κάττο του δρόμου που γυρεύκεται, τζιαι θέλω τα λεφτά μου πίσω, η ζωή δεν είναι όπως μου την ετάξαν! Βασικά έδωκε μου τζι η πυρά, θέλω beach party, μάλλον σί γιου πόψε, ρε μωρά ;)
Κατ’ οίκων εργασία σήμερα δεν έσιει, ο Τοιούτος τα τακκώννει.
12. Η Γενιά Μισοδότζειν
Λέμε να πάμε Κόννο, σαν γνήσιοι Λευκωσιάτες, με τον ξενιτεμένο αδελφό, τον σειράν. Τότε δεν είχαμε ιδέα αλλά 3-4 δόκιμοι στο τάγμα κάναμε παρέα, μετά φύγαμε για σπουδές κι ανακαλύψαμε τους εαυτούς μας, τί κρύβαμε, και γιατί πηγαίναμε όλοι μαζί για να γλείψουμε παγωτό. Τώρα ο φίλος ο καλλύτερος είναι abroad κι έμεινα να παλεύω μόνος, ή έτσι να νομίζω. Τελικά μας λείπει μια αναγνωρίσιμη κοινότητα των λοαδ (λεσβίες, ομοφυλόφιλοι, αμφισεξουαλικοί, διαφυλικοί), μας λείπει η επιβεβαίωση της ομάδας, το στήριγμα του άλλου πούστη.
Ξεκινάμε απ’ τη Λευκωσία – καμίνι, φτάνουμε παραλία, βγάζουμε φανέλλες, βάζουμε αντιηλιακά και μαγιώ τυλιγμένοι στην πετσέτα, απλώνουμε ψάθες και κορμιά. Μετροφυλάμε το Gay Times και το Advocate λέγωντας αστεία που μόνο εμείς καταλαβαίνουμε, σχολιάζουμε τα νεαρά παιδιά τα γυμνασμένα με τα μαγιώ τα μωβ, δείχνουμε ο ένας στον άλλο κανα μοντέλο στα περιοδικά: “μμμ, ωραίος”, ή “για σεξ μια χαρά, για σχέση ούτε να το σκέφτεται.” Μια ξένη πασιά βγάζει τους βύζους περίπατο, γελάμε λίγο, αλλά την χαιρόμαστε που χάιρεται. Ένας 30άρης μπαμπάς με φαμίλια εντυπώσιάζει με το ριγέ speedo, αλλά ανοίγει το στόμα και μας ξενερώνει. “Νομίζω αυτός έχει profile, αυτούς τους κοιλιακούς θα τους αναγνώριζα και με κλειστά τα μάτια,” λέω. “Άλλο που δεν ήθελες,” λέει ο κολλητός, και δεν παραξενευόμαστε που μπορεί να είναι αυτός, οι μισοί online είναι παντρεμένοι.
Σιγά σιγά καταλαβαίνω ότι shιshινίζουμε άνετα και λέω μέσα μου, κοίτα πόσο άλλαξαν τα πράματα… Βασικά πόσο άλλαξα εγώ, εγώ είμαι αυτός που μπορεί να μιλά δημοσίως και να μην χαμηλώνει την ένταση της φωνής του, και να μην αστυνομεύει το σώμα του μπας και πουshτοδείξει. Δεν αλλάξαν τα πράγματα, δεν άλλαξε η κοινωνία, εγώ αλλάζω και, άρα, αλλάζω και τα πράματα.
Μου λέει για τις περιπέτειές του στην ξενιτιά, “αχ, τί ωραία η ελευθερία της ανωνυμίας,” λέω. Λέω και για τις δικές μου περιπέτειες, τί περιπέτειες δηλαδή, τις κάποτε απελπισμένες μου προσπάθειες για περιπέτειες. Λέμε για το σεβασμό και την αξιοπρέπεια που τελικά είναι το ζητούμενο με τον πόλεμο για δικαιώματα, μην καταντήσουμε όμως να βλέπει η κοινωνία τους λοαδ σαν άτομα με κάποιο κουσούρι που χρειάζονται ειδική, αντί ίση, μεταχείριση. Λέμε πώς θα ήταν τα πράματα αν ήξεραν όλοι ότι οι λοαδ είμαστε παντού, και πώς θα ήταν τα πράματα αν τα κόμματα δεν άρπασαν τους φοιτητές με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουσιαστική κριτική σκέψη και αντίδραση ούτε καν στα πανεπιστήμια (μα να μην υπάρχει ούτε μια οργάνωση για λοαδ άτομα στα κυπριακά πανεπιστήμια, και το μόνο πράγμα που φαίνεται να ενδιαφέρει τους 20χρονους να είναι τα όρια αφυπηρέτησης και η πιλόττα;!) Λέμε κι ότι είμαστε, τελικά, μεταξύ των εντελώς καταπιεσμένων παλαίμαχων τοιούτων (45 και πάνω) και των εντελώς ακομπλεξάριστων - πλην επιπόλαιων τεκνών (25 και κάτω): Εμείς, η Γενιά Μισοδότζειν. Που γελά, κολυμπά, ενίοτε γαμά και, σήμερα, παίρνει χρώμα θεϊκό. Βρεγμένες πετσέτες, φλι φλό και άμμοι στο αυτοκίνητο, and here comes the sun king να μας συνοδεύει στην κίνηση προς Λευκωσία.
Κατ’ οίκων εργασία: ποιά η διαφορά μεταξύ της σεξουαλικότητας και του κοινωνικού φύλου (gender);
Ξεκινάμε απ’ τη Λευκωσία – καμίνι, φτάνουμε παραλία, βγάζουμε φανέλλες, βάζουμε αντιηλιακά και μαγιώ τυλιγμένοι στην πετσέτα, απλώνουμε ψάθες και κορμιά. Μετροφυλάμε το Gay Times και το Advocate λέγωντας αστεία που μόνο εμείς καταλαβαίνουμε, σχολιάζουμε τα νεαρά παιδιά τα γυμνασμένα με τα μαγιώ τα μωβ, δείχνουμε ο ένας στον άλλο κανα μοντέλο στα περιοδικά: “μμμ, ωραίος”, ή “για σεξ μια χαρά, για σχέση ούτε να το σκέφτεται.” Μια ξένη πασιά βγάζει τους βύζους περίπατο, γελάμε λίγο, αλλά την χαιρόμαστε που χάιρεται. Ένας 30άρης μπαμπάς με φαμίλια εντυπώσιάζει με το ριγέ speedo, αλλά ανοίγει το στόμα και μας ξενερώνει. “Νομίζω αυτός έχει profile, αυτούς τους κοιλιακούς θα τους αναγνώριζα και με κλειστά τα μάτια,” λέω. “Άλλο που δεν ήθελες,” λέει ο κολλητός, και δεν παραξενευόμαστε που μπορεί να είναι αυτός, οι μισοί online είναι παντρεμένοι.
Σιγά σιγά καταλαβαίνω ότι shιshινίζουμε άνετα και λέω μέσα μου, κοίτα πόσο άλλαξαν τα πράματα… Βασικά πόσο άλλαξα εγώ, εγώ είμαι αυτός που μπορεί να μιλά δημοσίως και να μην χαμηλώνει την ένταση της φωνής του, και να μην αστυνομεύει το σώμα του μπας και πουshτοδείξει. Δεν αλλάξαν τα πράγματα, δεν άλλαξε η κοινωνία, εγώ αλλάζω και, άρα, αλλάζω και τα πράματα.
Μου λέει για τις περιπέτειές του στην ξενιτιά, “αχ, τί ωραία η ελευθερία της ανωνυμίας,” λέω. Λέω και για τις δικές μου περιπέτειες, τί περιπέτειες δηλαδή, τις κάποτε απελπισμένες μου προσπάθειες για περιπέτειες. Λέμε για το σεβασμό και την αξιοπρέπεια που τελικά είναι το ζητούμενο με τον πόλεμο για δικαιώματα, μην καταντήσουμε όμως να βλέπει η κοινωνία τους λοαδ σαν άτομα με κάποιο κουσούρι που χρειάζονται ειδική, αντί ίση, μεταχείριση. Λέμε πώς θα ήταν τα πράματα αν ήξεραν όλοι ότι οι λοαδ είμαστε παντού, και πώς θα ήταν τα πράματα αν τα κόμματα δεν άρπασαν τους φοιτητές με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουσιαστική κριτική σκέψη και αντίδραση ούτε καν στα πανεπιστήμια (μα να μην υπάρχει ούτε μια οργάνωση για λοαδ άτομα στα κυπριακά πανεπιστήμια, και το μόνο πράγμα που φαίνεται να ενδιαφέρει τους 20χρονους να είναι τα όρια αφυπηρέτησης και η πιλόττα;!) Λέμε κι ότι είμαστε, τελικά, μεταξύ των εντελώς καταπιεσμένων παλαίμαχων τοιούτων (45 και πάνω) και των εντελώς ακομπλεξάριστων - πλην επιπόλαιων τεκνών (25 και κάτω): Εμείς, η Γενιά Μισοδότζειν. Που γελά, κολυμπά, ενίοτε γαμά και, σήμερα, παίρνει χρώμα θεϊκό. Βρεγμένες πετσέτες, φλι φλό και άμμοι στο αυτοκίνητο, and here comes the sun king να μας συνοδεύει στην κίνηση προς Λευκωσία.
Κατ’ οίκων εργασία: ποιά η διαφορά μεταξύ της σεξουαλικότητας και του κοινωνικού φύλου (gender);
Subscribe to:
Posts (Atom)